- λικιδάμβαρις
- (Liquidambar). Γένος καλλωπιστικών δικοτυλήδονων φυτών της οικογένειας των αμαμηλιδών. Πρόκειται για φυλλοβόλα δέντρα με παράφυλλα, που φέρουν 3-7 λοβούς. Έχουν σφαιρικό καρπό, ο οποίος κρέμεται όπως στον πλάτανο. Η λ. της Κίνας φτάνει τα 40 μ. σε ύψος. Με εντομές στον κορμό του εξάγεται ρητίνη, η οποία χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία και στη φαρμακευτική ως αντιβηχικό, καθώς και για τη θεραπεία της δυσεντερίας. Επιπλέον, το ξύλο της χρησιμοποιείται στην επιπλοποιία, όπως επίσης και για την κατασκευή κιβωτίων της συσκευασίας του τσαγιού. Το γένος λ. περιλαμβάνει πέντε είδη, μεταξύ των οποίων τα Liquidambar orientalis και Liquidambar styraciflua.
Dictionary of Greek. 2013.